Τα ομοιοπαθητικά φάρμακα μπορούν να βοηθήσουν στην πρόληψη και την αντιμετώπιση του κορονοϊού

   

Μία ενδιαφέρουσα συζήτηση της ΜτΚ με την βιοπαθολόγο Βασιλική Τσομπάνη
και τον νευροακτινολόγο Κωνσταντίνο Τσιτινίδη, πρώην στρατιωτικό γιατρό και
πρόεδρο της ελληνικής ομοιοπαθητικής εταιρείας

Του Νίκου Ασλανίδη

 

Η ομοιοπαθητική είναι μια μέθοδος εναλλακτικής ιατρικής, που έχει φανατικούς
φίλους αλλά και εχθρούς. Εάν ψάξει κάποιος τις πληροφορίες στο διαδίκτυο θα δει
ότι η ομοιοπαθητική εμφανίζεται από κάποιους ως μία ψευδοεπιστήμη. Τα
ομοιοπαθητικά παρασκευάσματα υποστηρίζουν κάποιοι ότι δεν είναι αποτελεσματικά
για τη θεραπεία καμίας νόσου…
Από την άλλη όμως υπάρχουν χιλιάδες ασθενείς που υποστηρίζουν ακριβώς το
αντίθετο. Δηλώνουν ότι βρήκαν θεραπεία για διάφορες ασθένειες με ομοιοπαθητικά
φάρμακα τα οποία είναι από φυτά και στοιχεία της φύσης και στοιχίζουν ελάχιστα σε
σχέση με τα κλασσικά φάρμακα. Η ομοιοπαθητική διδάσκεται σε πολλά
πανεπιστήμια όλου του κόσμου και τα τελευταία χρόνια 13 χρόνια και στο
πανεπιστημίου Αιγαίου…
Πρόσφατα διάβασα ένα ιατρικό άρθρο για την πρόληψη και αντιμετώπιση του
κορονοϊού. Συγγραφείς του άρθρου είναι δυο Έλληνες ομοιοπαθητικοί γιατροί που
ούτε λίγο ούτε πολύ λένε ότι η πανδημία μπορεί να νικηθεί με ομοιοπαθητικά
φάρμακα… Πρόκειται για την βιοπαθολόγο Βασιλική Τσομπάνη και τον
νευροακτινολόγο Κωνσταντίνο Τσιτινίδη, πρώην στρατιωτικό γιατρό και πρόεδρο
της ελληνικής ομοιοπαθητικής εταιρείας

Από πότε και πως ασχολείστε με την αντιμετώπιση της πανδημίας;

Βασιλική Τσομπάνη: Οι πληροφορίες για την πανδημία του sars-cov2, στην Ελλάδα
ήρθαν μέσω της ενημέρωση στις αρχές του 2020, από την Κίνα και αφορούσαν τον
περιορισμό της διασποράς. Ήταν λίγα τα ιατρικά δεδομένα. Όταν η επιδημία, άρχισε
να γίνεται πανδημία διεθνώς, τόσο τα media ,όσο και οι γιατροί όλης της υφηλίου μας
έδωσαν αρκετά ιατρικά δεδομένα της συμπεριφοράς του ιού.
Εγώ προσωπικά, ως επί 37 έτη εργαστηριακός γιατρός, και με την τετραετή εκπόνηση
της Διπλωματικής μου Εργασίας στην «Ανοσολογία- Ομοιοπαθητική», στο πλαίσιο
των μεταπτυχιακών μου σπουδών στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου (2007-2011), μάζευα τις
πληροφορίες σχετικά με την ανοσολογική συμπεριφορά των νοσούντων από τον
SARS-COV2.
Κώστας Τσιτινίδης: Άρχισα να ασχολούμαι με την πανδημία από την ώρα που
εμφανίστηκε παγκόσμια αλλά και βέβαια μετά την εμφάνιση των πρώτων
κρουσμάτων στην Καστοριά και στην Πάτρα, συγκεκριμένα στο νοσοκομείο του
Ρίου. Ήμουν σε εγρήγορση διαρκώς. Κατά τη διάρκεια της ιατρικής που ασκούσα
κατά την περίοδο της καραντίνας, είχα τέσσερα κρούσματα όλα από την ίδια
οικογένεια με θετικό το μοριακό τεστ του sars-cov2 και με συμπτώματα που έμοιαζαν
πιο πολύ στις νευροτοξικές εικόνες του ιού, όπως απώλεια ακοής και απώλεια
όσφρησης καθώς και άλλα ήπια νευρολογικά συμπτώματα. Και τα τέσσερα
περιστατικά πήγαν πολύ καλά, μόνο με ομοιοπαθητική αγωγή, χωρίς να χρειαστούν
άλλα φάρμακα.

Πού καταλήξατε από την ερευνά σας;

Κώστας Τσιτινίδης: Δεν έχω κάνει καμία έρευνα. Είμαι κλινικός, μάχιμος
ομοιοπαθητικός γιατρός και ό,τι πω, ανήκει στην εμπειρία μου από την πρακτική μου
άσκηση της ιατρικής. Αυτό που μπορώ, σίγουρα να καταθέσω, και το έχω ήδη πει και
σε διεθνή forum, είναι ότι η ομοιoπαθητική, με διαφορά μεγάλη, υπερέχει της
κλασικής ιατρικής όσον αφορά τη θεραπεία ή την πρόληψη από τον sars-cov2 και
αυτό γιατί η ομοιοπαθητική στοχεύει στην ιδιοσυστασία του οργανισμού, προσπαθεί
να τη βελτιώσει, ώστε να περιορίσει την οποιαδήποτε λοίμωξη, χωρίς να την
καταπιέσει σε βαθύτερα επίπεδα , ώστε να γίνει χρόνιο νόσημα. Άλλωστε η κλασική
ιατρική εκτός από την ιχνηλάτηση των περιστατικών, μέχρι τώρα και παρά τις
υποσχέσεις και τις ελπίδες, δεν έχει εμφανίσει κάποιο αξιόπιστο φάρμακο με το οποίο
να έχει εμφανή διαφορά σε σύγκριση με placebo, όσον αφορά τη θεραπεία, απλώς
μέσα στην ΜΕΘ, περιορίζει τις βλάβες με υποστηρικτικά μέσα, στα οποία κι εμείς
συμφωνούμε να εφαρμόζονται, όταν χρειαστεί.
Συνεπώς η κλασική ιατρική περιμένει ένα εμβόλιο το οποίο όταν θα έρθει, πιθανώς
και να μην χρειάζεται πλέον στον βαθμό που ανάγεται, όταν θα έχει περάσει το κύμα
της πανδημίας και θα έχει γίνει η νόσος ενδημική. Από την άλλη, καμία θεραπεία,
εκτός ίσως από τη δεξαμεθαζόνη μέσα στη ΜΕΘ, δεν έχει αποδείξει ότι κάτι μπορεί
να κάνει για να καθυστερήσει τη νόσο ή να σώσει κάποιους. Η ομοιοπαθητική από
την άλλη, έχοντας μια πιο ιδιοσυστασιακή προσέγγιση, όταν γίνεται με εμφανώς
ιατρική γνώση, μπορεί να προσφέρει πάρα πολλά σε οποιαδήποτε πανδημία, και θα
θέλαμε αυτό να περάσει και μέσα στα CDC των χωρών και στο παγκόσμιο οργανισμό
υγείας, που τόσα χρόνια μας αγνοεί.

Βασιλική Τσομπάνη: Το συμπέρασμά μου είναι ότι ο νέος κορωναϊός είναι πολύ
επιθετικός και απρόβλεπτος. Συχνά ξεκινά ως ιογενής λοίμωξη του αναπνευστικού
και σε κάποιους ασθενείς μετατρέπεται σε υπερφλεγμονή, σηψαιμία ή και σε σηπτικό
shock ακόμα και με απώλεια ζωής.
Η γενετική επιστήμη σε συνδυασμό με τους επιγενετικούς παράγοντες (επίκτητες
ανοσοανεπάρκειες, λόγω συνθηκών), θα μπορέσουν να εξηγήσουν την βαρύτητα της
νόσου σε ορισμένα άτομα, εκεί όπου δημιουργείται έδαφος οξεοβασικής διαταραχής
(PHxtagstartz7,35 στο αίμα), αυτό που συχνά στην ενημέρωση ακούγαμε ως
υποκείμενα νοσήματα.

 

 

 
αρθρο στη σελ.31,32